Της Δρ. Jen Gunter, δημοσιευμένο στις 9/7/2015 στο προσωπικό της blog.
Απόδοση στα ελληνικά: Δ. Κλημεντίδης.
Οι ομοιοπαθητικοί συχνά επιστρατεύουν την Φυσική προς υπεράσπισή τους. Υποθέτω ότι πραγματικά πιστεύουν πως υπάρχει κάποια σύνδεση αφενός, αφετέρου η χρήση προσδιορισμών όπως “Νευτώνεια” και “κβαντική” προσδίδει έναν επιπλέον αέρα επιστημονικότητας και σεβασμού.
Πρόσφατα, ένας ομοιοπαθητικός υποστήριξε, σε διάλεξή του ενώπιον φοιτητών Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, ότι η ομοιοπαθητική θα μπορούσε να εξηγηθεί μέσω της κβαντικής φυσικής. Αποφάσισα να ζητήσω από τον Andrew Robinson, PhD, Cphys, MinstP, να το σχολιάσει (Ο Δρ. Andrew Robinson είναι ειδικός φασματοσκοπίας, νανοτεχνολογίας και ανάπτυξης οργάνων μέτρησης, και διδάσκει Φυσική στο Carleton University).
Ακολουθεί η απάντησή του:
«Γύρω στα 1900, οι φυσικοί ένιωσαν ότι είχαν κατακτήσει τον φυσικό κόσμο: κατείχαν τη Μηχανική, η Θερμοδυναμική ήταν καλά εδραιωμένη ενώ ηλεκτρισμός και μαγνητισμός είχαν συνδεθεί με επιτυχία, δείχνοντας ότι το φως (και η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία συνολικά) μπορούσε να αντιμετωπιστεί μαθηματικώς ως κύμα. Εντούτοις, παρέμενε ένας “επίμονος” αριθμός ανωμαλιών που δεν μπορούσαν να εξηγηθούν μέσω της “κλασικής” φυσικής. Η διερεύνηση αυτών των ανωμαλιών οδήγησε σε δύο σημαντικά νέα πεδία:
Την Σχετικότητα, όπου τα αντικείμενα ταξιδεύουν με πολύ μεγάλη ταχύτητα, η οποία μπορεί να μετρηθεί ως κλάσμα της ταχύτητας του φωτός.
Την Κβαντική Φυσική, όπου οι αλληλεπιδράσεις σε ατομικό και μοριακό επίπεδο είναι τελείως διαφορετικές από εκείνες που προκύπτουν μεταξύ μεγάλων συγκεντρώσεων ατόμων και μορίων.
Έχει σημασία να γνωρίζουμε ότι κανένα από τα δύο αυτά πεδία δεν ακυρώνει την κλασική Νευτώνεια φυσική. Ένας από τους βασικούς κανόνες τόσο της κβαντικής φυσικής όσο και της σχετικότητας είναι ότι πρέπει να επιστρέφουν στην κλασική συμπεριφορά όταν ασχολούνται με αρκετά μεγάλα ή αρκετά αργά συστήματα αντίστοιχα.
Η κβαντική φυσική εξηγεί την αλληλεπίδραση του φωτός με την ύλη μετατρέποντας το κύμα σε ροή σωματιδίων (κάτι που είναι γνωστό ως δυαδικότητα κύματος-σωματιδίου). Καθένα από αυτά τα σωματίδια, τα φωτόνια, μεταφέρει ένα πακέτο ενέργειας. Όμως αυτά τα σωματίδια έχουν ταυτόχρονα ιδιότητες κύματος (μήκος κύματος), επομένως όταν εξετάζουμε ολόκληρη την ροή τους μπορούμε να την σκεφτούμε ως ένα κύμα. Σε ορισμένους τομείς της Φυσικής, όπως για παράδειγμα στην Οπτική, είναι εξαιρετικά βολικότερο να περιγράφει κανείς το φως ως ακτίνα τις περισσότερες φορές, όμως οι φυσικοί ποτέ δεν παραβλέπουν το γεγονός ότι, μέσα σε αυτό το κύμα, υφίσταται μια ροή σωματιδίων.
Κβαντική φυσική ή κβαντική μηχανική;
Η κβαντική φυσική στην πραγματικότητα περιγράφει τι συμβαίνει όταν ένα μοναδικό φωτόνιο χτυπά ένα μοναδικό άτομο. Μπορεί να επεκταθεί και σε λίγα φωτόνια που χτυπούν λίγα άτομα, όμως μόλις ο αριθμός των ατόμων γίνεται μεγάλος, μετατρέπεται σε σύστημα της “κλασικής” φυσικής. Οι κανόνες της κβαντικής φυσικής είναι γνωστοί ως κβαντική μηχανική. Είναι δυσνόητοι και εφαρμόζονται εξίσου δύσκολα, επειδή είναι συχνά αντιφατικοί. Κι όμως, δουλεύουν! Ο σύγχρονος κόσμος μας βρίθει κβαντικών συστημάτων τα οποία κατασκευάσαμε χάρη στην κατανόηση της κβαντικής μηχανικής. Τα lasers, οι ηλιακές κυψέλες, τα transistors και τα σύγχρονα chips πυριτίου έγιναν πραγματικότητα χάρη σ’ αυτήν.
Και τι γίνεται με την ομοιοπαθητική;
Σύμφωνα με τα αξιώματα της ομοιοπαθητικής, ένα φάρμακο γίνεται ισχυρότερο όσο μεγαλώνει ο βαθμός αραίωσής του. Αυτό είναι ξεκάθαρα αντιφατικό. Για την ακρίβεια, οι βαθμοί αραίωσης που χρησιμοποιούνται στην ομοιοπαθητική, με δεδομένη την μικρή αρχική ποσότητα ουσίας, σημαίνουν ότι δεν έχει απομείνει τίποτα πια στο τελικό διάλυμα. Οποιοσδήποτε έχει βασική γνώση χημείας μπορεί να το αποδείξει αυτό εύκολα.
Οι υποστηρικτές συνεχίζουν λέγοντας ότι το αραιωμένο διάλυμα “διατηρεί ένα είδος μνήμης” του χώρου που καταλάμβανε κάποτε η αρχική ουσία. Αυτό παραβιάζει τον Δεύτερο Νόμο της Θερμοδυναμικής – η αταξία τείνει προς το μέγιστο. Κανένα ελεγχόμενο επιστημονικό πείραμα δεν έχει βρει ενδείξεις οποιουδήποτε είδους “μοριακής μνήμης” σε διαλύματα σαν το νερό. Απλώς δεν διατηρούν τάξη σε τέτοιο βαθμό. Για την ακρίβεια, σύμφωνα με το καθιερωμένο επιστημονικό μοντέλο, τα άτομα και τα μόρια ενός υγρού κινούνται στην ουσία με τυχαίο τρόπο. Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό σαν κίνηση Brown και περιγράφηκε μαθηματικά για πρώτη φορά από τον Einstein.
Η κβαντική φυσική δεν θα μπορούσε να βρίσκεται πιο μακριά από την ομοιοπαθητική – τα ομοιοπαθητικά φάρμακα είναι υγρά κι ως τέτοια δεν αποτελούν κατάλληλο υποψήφιο σύστημα για την εφαρμογή της κβαντικής μηχανικής.
Η στατιστική θερμοδυναμική, ένα παρακλάδι της κλασικής μηχανικής, αποτελεί το εργαλείο εκλογής για έναν φυσικό, σε τέτοιες περιπτώσεις. Η επίκληση μυστηριωδών “κβαντικών” φαινομένων, ελλείψει οποιασδήποτε απόδειξης περί της ύπαρξής τους με ταυτόχρονη παράβλεψη ενός κολοσσιαίου όγκου επιστημονικών δεδομένων εναντίον των ομοιοπαθητικών αποτελεσμάτων, είναι απλώς κακή επιστήμη. Οι σκεπτικιστές και τα ερευνητικά πνεύματα πρέπει να αποδεχθούν κάποια στιγμή ότι αυτά απλώς δεν μπορούν να ταιριάξουν με την καθιερωμένη επιστημονική γνώση.
Ο καλός επιστήμονας θα αναγνωρίσει ότι σε πολλές περιπτώσεις υπάρχουν ακόμα τεράστια κενά στην γνώση μας, όπως για παράδειγμα στα βαρυτικά κύματα, στη σκοτεινή ενέργεια, στη σκοτεινή ύλη. Παρόλα αυτά, κατέχουμε αρκετά καλή γνώση της λειτουργίας του σύμπαντος ώστε να αποφανθούμε ότι αποκλείεται τα ομοιοπαθητικά φάρμακα να έχουν οποιαδήποτε άλλη δράση πέραν του φαινομένου placebo. Η τακτική των ίσων αποστάσεων δεν είναι απαραίτητη εδώ. Η επιστημονική υπόθεση είναι απόλυτα συντριπτική.»
Ορίστε λοιπόν. Η ομοιοπαθητική είναι το κβαντικό νερό του Καματερού (σ.μ. το κείμενο αναφέρει το φιδέλαιο, snake oil, πανάκεια του 19ου αιώνα που, φυσικά, ήταν απάτη). Τα θεμέλια της ομοιοπαθητικής παραβιάζουν τον δεύτερο νόμο της θερμοδυναμικής. Επικαλούμενοι την κβαντική μηχανική, οι ομοιοπαθητικοί στην πραγματικότητα επιδεικνύουν πόσο λίγα γνωρίζουν.
Αυτό το έλλειμμα γνώσεων δεν προκαλεί έκπληξη αν αναλογιστούμε πόσο λίγη φυσική διδάσκονται οι ομοιοπαθητικοί (και όχι, κάτι τέτοιο δεν δρα ενισχύοντας τις γνώσεις τους). Στο Οντάριο του Καναδά οι ομοιοπαθητικοί βρίσκονται σε μάθημα 4 ημέρες το μήνα και το δίπλωμά τους διαρκεί 3 χρόνια. Στο πρώτο μου έτος στο πανεπιστήμιο βρισκόμουν 4,5 ημέρες την εβδομάδα σε μαθήματα. Επιπλέον, όλοι μου οι καθηγητές ήταν κάτοχοι διδακτορικών.
Κάθε φορά που ένας ομοιοπαθητικός χρησιμοποιεί την κβαντική μηχανική με λάθος τρόπο -τη στιγμή μάλιστα που αυτή η πληροφορία περιέχεται στην ύλη ενός πανεπιστημιακού μαθήματος- ντροπιάζει και προσβάλλει τόσο το Τμήμα Φυσικής, όσο και το διδακτικό προσωπικό και το σώμα των φοιτητών. Η αποτυχία του Πανεπιστημίου του Τορόντο να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα καταλήγει να το ενισχύει.
Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και ο Κοσμήτορας θα έπρεπε να νοιάζονται για το ότι πλήρωσαν κάποιον να διδάξει τους νόμους τους φυσικής λάθος, εκτός κι αν επεδίωκαν βεβαίως να προσθέσουν ισορροπία και ίσες αποστάσεις στον δεύτερο νόμο της θερμοδυναμικής.
Αν θέλετε να διαβάσετε περισσότερα από τον καταπληκτικό Andrew Robinson, PhD, CPhys, MinstP ακολουθήστε τον στο Twitter @AndrewR_Physics και διαβάστε το σούπερ έξυπνο blog του Precarious Physicist.