Τον περασμένο Μάρτιο είχα γράψει ένα άρθρο για το blog του καλού μου φίλου Δρ. Γρηγόρη Λάσκαρη, σχετικά με το ρόλο που καλείται να παίξει ο φαρμακοποιός σε ένα σύγχρονο σύστημα υγείας. Μεταξύ άλλων, είχα αναφερθεί στη “διαχείριση φαρμακοθεραπείας” (medication therapy management, MTM το λένε στην άλλη όχθη του Ατλαντικού) ως ένα από τα εργαλεία της σύγχρονης φαρμακευτικής επιστήμης. Στην πρώτη μου ανάρτηση για το clinicalpharmacist.gr λοιπόν, θα επεκταθώ περισσότερο πάνω σε αυτό.
Τι είναι;
Η διαχείριση της φαρμακοθεραπείας αποτελεί μια σύνθετη διαδικασία, που ξεκινά από τη λήψη πλήρους ιατρικού, οικογενειακού, κοινωνικού/οικονομικού και φαρμακευτικού ιστορικού και καταλήγει στο σχεδιασμό παρεμβάσεων στη φαρμακευτική αγωγή με επίκεντρο τον ίδιο τον ασθενή, στον έλεγχο της συμμόρφωσης με τη θεραπεία και στην παρακολούθηση των αποτελεσμάτων.
Τι περιλαμβάνει;
Η σπουδή στη λήψη του ιστορικού είναι κεφαλαιώδους σημασίας. Ένα καλό και λεπτομερές ιστορικό επιτρέπει στον κλινικό φαρμακοποιό να κάνει το λεγόμενο “risk stratification”, να κατηγοριοποιήσει δηλαδή τον ασθενή ανάλογα με τον σχετικό του κίνδυνο, ώστε να είναι πιο αποδοτικό το επόμενο βήμα, η φαρμακευτική ανασκόπηση.
Η φαρμακευτική ανασκόπηση είναι η διαδικασία κατά την οποία όλα τα φάρμακα, παραφάρμακα, συμπληρώματα διατροφής και βότανα που λαμβάνει ο ασθενής ελέγχονται ένα προς ένα, με βάση evidence-based δείκτες, ως προς τη συμφωνία τους με μια σειρά από κριτήρια, που έχουν επιλεγεί ώστε να εξασφαλίζουν πως η φαρμακευτική αγωγή είναι η βέλτιστη δυνατή από πλευράς ασφάλειας, αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας. Τέτοια κριτήρια είναι η ύπαρξη ένδειξης για κάθε φάρμακο, η εξατομίκευση της δοσολογίας (ηλικία, βάρος, νεφρική/ηπατική λειτουργία κ.α.), η καταλληλότητα της φαρμακοτεχνικής μορφής και της συχνότητας δοσολογίας, η ύπαρξη κλινικά σημαντικών αλληλεπιδράσεων μεταξύ των φαρμάκων ή μεταξύ φαρμάκων και τροφής, η πληρότητα της θεραπευτικής αγωγής κ.α.
Ακολουθεί η αναγνώριση των προβλημάτων που σχετίζονται με τα φάρμακα, η απαρίθμησή τους και η κατηγοριοποίησή τους κατά σειρά προτεραιότητας. Σχεδιάζεται εξατομικευμένο πλάνο, που μπορεί να περιλαμβάνει παραπομπή του ασθενή σε ειδικό, επικοινωνία με το γιατρό για την λήψη αποφάσεων που απαιτούν συνεννόηση και, τέλος, παρεμβάσεις που γίνονται σε απευθείας συνεννόηση με τους ασθενείς και μπορεί να περιλαμβάνουν τροποποίηση της φαρμακευτικής αγωγής, με αφαίρεση ή προσθήκη φαρμάκων, τροποποίηση δοσολογιών, συμβουλές και προγραμματισμός follow-up για αξιολόγηση.
Και γιατί να το κάνει κάποιος;
Είμαι σίγουρος ότι τα παραπάνω ξενίζουν όσους είναι συνηθισμένοι στην ελληνική πραγματικότητα. Γιατί να μπει κανείς στον κόπο να αναζητήσει κλινικό φαρμακοποιό και να λάβει μέρος σε μια τέτοια διαδικασία; Αξίζει;
Ο μόνος τρόπος για να απαντηθεί μια τέτοια ερώτηση, είναι να κοιτάξουμε το παράδειγμα χωρών που αφενός εφάρμοσαν κάτι τέτοιο και αφετέρου είχαν έτοιμους μηχανισμούς μέτρησης των αποτελεσμάτων, ώστε να μπορούν να το αξιολογήσουν.
Στις ΗΠΑ, μία μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2010 στο Journal of Managed Care Pharmacy και εξέτασε τα ηλεκτρονικά αρχεία 9 χιλιάδων ασθενών από ένα κλειστό σύστημα υγείας με 48 κλινικές πρωτοβάθμιας φροντίδας σε βάθος 10 ετών, έδειξε ότι οι φαρμακοποιοί ανακάλυψαν πως το 85% των ασθενών είχαν τουλάχιστον ένα πρόβλημα σχετικό με φάρμακα και το 29% πέντε η περισσότερα. Τα συχνότερα προβλήματα ήταν η ανάγκη για επιπλέον φάρμακα (μη πλήρης θεραπεία) και οι υποθεραπευτικές δόσεις. Η απόδοση της επένδυσης (ROI) για το συγκεκριμένο πρόγραμμα υπολογίστηκε σε 1,29, δηλαδή για κάθε 1$ που κόστισε η εφαρμογή του προγράμματος, το σύστημα έλαβε πίσω 1,29$.
Θα μπορούσε βέβαια να πει κάποιος ότι το αμερικανικό σύστημα υγείας δεν είναι και το καλύτερο παράδειγμα προς μίμηση, αν λάβουμε υπόψη ότι είναι το πλέον σπάταλο στον πλανήτη. Φυσικά κάτι τέτοιο δε σημαίνει ότι κάνουν τα πάντα λάθος εκεί, αλλά ας δούμε τι συμβαίνει σε ένα ευρωπαϊκό κράτος, που έχει μάλιστα δημόσιο σύστημα υγείας.
Σε μια εργασία λοιπόν που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Μάιο στο βρετανικό Journal Prescriber, σε τρία Primary Care Trusts του Λονδίνου, αποδείχθηκε ότι είναι δυνατή η εξοικονόμηση 5-7 λιρών για κάθε 1 λίρα που επενδύεται σε φαρμακοποιούς για την υλοποίηση υπηρεσιών medication management, μέσω ιδιωτικής εταιρίας.
Επέλεξα να εστιάσω στο οικονομικό όφελος αυτή τη φορά, λόγω των συγκυριών για τη χώρα μας. Το θεραπευτικό όφελος από τέτοιες παρεμβάσεις έχει ευρύτατη επιστημονική βάση και σκοπεύω να αναφερθώ σε αυτό σε επόμενη ανάρτηση.
Προς το παρόν θα κλείσω εδώ, με μία ομιλία του Timothy Ulbrich για το ίδιο θέμα.